Το δικαίωμα σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών κατά τη νομολογία του ΔΕΕ

Μάρκος Παπακωνσταντής- Δικηγόρος – ΔΝ

Το δικαίωμα κάθε εργαζόμενου για ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών αποτελεί ιδιαίτερης σημασίας αρχή του κοινωνικού δικαίου της Ένωσης η οποία παρέχεται ευθέως από το άρθρο 7 της Οδηγίας 2003/88/ΕΚ. Ο σκοπός του δικαιώματος είναι διττός: αφενός η αναπλήρωση των δυνάμεων των εργαζομένων όσον αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων τα οποία έχουν αναλάβει στο πλαίσιο της σχάσεως εργασίας, αφετέρου η διάθεση ενός χρονικού διαστήματος χαλαρώσεως και ψυχαγωγίας. O αριθμός προσώπων σε ολόκληρη την ΕΕ που εργάζεται με ευέλικτους όρους εργασίας, σε περιστασιακή βάση ή μόνο κατά διακοπτόμενα χρονικά διαστήματα διαρκώς αυξάνεται. Οι νέες ανάγκες διαμόρφωσης μιας εργασιακής σχέσης η οποία δεν θα θεωρεί τον εργαζόμενο ως το ασθενές μέρος της σύμβασης εργασίας και δεν θα «υποθηκεύει» τα δικαιώματά του στον βωμό της ανάπτυξης και της διαρκούς ανάγκης προσαρμογής σε νέες ευέλικτες μορφές εργασίας απαιτούν ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο το οποίο θα εδράζεται σε κάποιες αδιαπραγμάτευτες σταθερές μεταξύ των οποίων και αυτή του δικαιώματος των εργαζομένων σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών.
Στην παρούσα μελέτη παρουσιάζεται η νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 7 της Οδηγίας 2003/88/ΕΚ με σκοπό να αποσαφηνιστούν όλες οι πτυχές του δικαιώματος που το προαναφερόμενο άρθρο αναγνωρίζει στους εργαζόμενους εντός της ΕΕ.

Η εφαρμογή κανόνων για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων συμβάλλει όχι μόνο στη βελτίωση των συνθηκών στον χώρο εργασίας και στην εν γένει καλυτέρευση της ποιότητας ζωής των εργαζομένων, αλλά αποτελεί συνάμα αδιαμφισβήτητο και ύψιστο δικαίωμά τους, κύριο μέλημα του κράτους πρόνοιας και απαραίτητο στοιχείο μιας κοινωνικά δίκαιης πολιτείας.
Παράλληλα, η εφαρμογή των εν λόγω κανόνων εμπεριέχει και μια έντονη οικονομική διάσταση καθώς συμβάλλει αποτελεσματικά τόσο στην οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας όσο και στη βελτίωση της παραγωγικότητας μιας επιχείρησης. Καθώς οι κίνδυνοι για τους εργαζόμενους είναι παρόμοιοι σε όλα τα κράτη μέλη, η ΕΕ συνδράμει στην αποτελεσματική τους αντιμετώπιση με στόχο την επίτευξη ενός ισοδύναμου επιπέδου προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση. Προς διευκόλυνση αυτού του σκοπού, η Συνθήκη της Λισαβόνας αναγνωρίζει στην τελευταία συντρέχουσα αρμοδιότητα στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής (άρθρ. 4 ΣΛΕΕ) προκειμένου, μέσω της διαρκούς αναβάθμισης του περιβάλλοντος εργασίας, να διασφαλιστεί η προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων (άρθρ. 153 ΣΛΕΕ).

Scroll to Top